7/9/25

We are the stars of the firing line


Τον τελευταίο καιρό προσπαθώ να αξιολογήσω τα κιθαριστικά μέρη του Richard Oakes, αφού ανέλαβε τα ηνία μετά την αποχώρηση του, ομολογουμένως αδιανόητα ευρηματικού, απόλυτα αυτοδίδακτου, Bernard Butler. Δεν παίζει να υπάρχει άνθρωπος που δεν θα συμφωνήσει ότι ο πρώτος εξ' αυτών είναι κατά τι κατώτερος του δεύτερου. Ακόμα και ο Brett Anderson θα το παραδεχόταν, εντάξει, ίσως λίγο ανόρεχτα. 

Συνήθως για το τι θα γράψεις/συνθέσεις/δημιουργήσεις, ευθύνονται οι κατά καιρούς δάσκαλοί σου. Ο Bernard ας πούμε, έπιασε σε κάποια φάση μια κιθάρα και κάθισε και έβγαλε με το αυτί όλα τα τραγούδια των Smiths. Από μόνος του σχολείο ο Johnny Marr. Σίγουρα έβγαλε και μερικά άλλα, σε κάθε περίπτωση όμως είχε όλο τον χρόνο στη διάθεσή σου να κάτσει να ταλαιπωρηθεί, να βρει "τον ήχο του", να τον μελετήσει και εν τέλει να τον μετουσιώσει σε κάτι δικό του. Μια ταυτότητα. 

Ο Richard πάλι, είχε δάσκαλο αυτόν που αντικατέστησε, υπήρξε εξαιρετικός μαθητής, αλλά το να παίξει τα μέρη αυτά, του ωδείου καθώς ήταν, υπήρξε εύκολο για εκείνον. Στα μόλις δεκαεπτά του δε, όταν τον ξεχώρισαν οι Suede και του έδωσαν τον ρόλο που τον ακολουθεί μέχρι και σήμερα, ήταν αδύνατο να του επιτραπεί να αναπτύξει μια προσωπικότητα στην εξάχορδη, ή έστω μια στοιχειώδη σχέση με τον εξοπλισμό του. Αποτέλεσμα αυτού ήταν οι overdriven, ζαχαροfuzzy, τσιριχτές - οριακά εκνευριστικές - κιθάρες (αυτή η απαράδεκτη χρήση του flanger, απλά όχι, όχι, όχι) που ακολούθησαν το αριστούργημα με τίτλο Dog Man Star. Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, αυτό που έκανε τους Suede "brit pop" και ίσως τους έσωσε κιόλας, ήταν η απώλεια του όγκου στις κιθάρες, που με σχετική ευκολία απέδιδε ο Butler, ακόμα και παίζοντας στις ψιλές χορδές. Κατέβασα κάτι ταμπλατούρες (ακόμα με ταλαιπωρεί το Animal Nitrate, το Wild Ones είναι άπιαστο όνειρο) και είναι εύκολο να εντοπίσει ακόμα κι ένας άσχετος (εγώ) πως το έκανε. Με μία καταδική του προσέγγιση, ακόμα και οι χορδές που δεν ακούγονται, παίζονται με τέτοιο τρόπο που ενισχύουν το wall of sound, κάτι που ακούγεται ακόμα κι αν δεν συνδέσεις την εξάχορδη στον ενισχυτή. Θεός ο τύπος.

Πηγαίνοντας μερικά, ψέματα, αρκετά χρόνια πίσω, ακολούθως και της προσφάτου ολοκλήρωσης του Coal Black Mornings, του πρώτου εκ των δύο αυτοβιογραφικών βιβλίων του Anderson, βρέθηκα κάπως στην εποχή που το MTV ήταν το μοναδικό μέσο, εντάξει, το κύριο μέσο επικοινωνίας μουσικών με το απειροκέφαλο θεωρητικά κοινό τους. Στις συνεντεύξεις αυτοκαταστροφικών μαλλιάδων από το Seattle, έσκασε σε κάποια φάση μία εύθραυστη παρουσία, που στα μάτια των νεαρών τηλεθεατών δεν θύμιζε τίποτα από το παρελθόν, δεν έμοιαζε σε τίποτα από το παρόν. Τη συνομιλία διέκοπταν μέρη από τα βίντεό τους μέχρι εκείνη τη στιγμή, που, για καλή μας τύχη, είχαν αρκετά σκληρές κιθάρες, ώστε να συνεχίσουμε να παρακολουθούμε. Θυμάμαι ακόμα και να υιοθετώ τη χωρίστρα του, για μικρή διάρκεια, περίπου μέχρι να φτάσω στο σχολείο και μέχρι το πρώτο διάλειμμα. Μήνες μετά στα εξώφυλλα των φυλλάδων στο περίπτερο με τα ξενόγλωσσα έντυπα, φιγουράριζε παντού η λέξη "britpop", περιγράφοντας μια σκηνή στα σπάργανα, αρκετά diverse ηχητικά στις αρχές της, όπως όλες οι άλλες που προηγήθηκαν αυτής. Η σχετική "χαρά" που την περιέγραφε (όχι τους Suede, που ουσιαστικά σηματοδότησαν την αρχή της) υπήρξε η έναρξη του πάρτυ για τους έφηβους των '90s, παρότι οι πρωταγωνιστές της δεν περνούσαν και πολύ καλύτερα από τους αμερικάνους συναδέλφους τους (μυθικό πρεζοζεύγαρο η Justine και ο Damon). Εκτός από τους Oasis, αλλά αυτοί δεν μετράνε γιατί αναίσθητοι βλάκες ήταν, αναίσθητοι βλάκες είναι. Τα δε τραγούδια τους είναι και τα πιο εύκολα για οποιονδήποτε θέλει να εντυπωσιάσει τα κορίτσια γύρω από τη φωτιά στην παραλία του Πλαταμώνα (ήθελε τέλος πάντων, τώρα ραπάρουν είτε ψυχαναλυτικές είτε μισογύνικες ρίμες, καθείς εφ' ω ετάχθη).

Στο μεταξύ, εντόπισα ότι είχα ξαναγράψει για τους Suede πριν από κάμποσα χρόνια, την εποχή των πολλών σχολίων και των αποσιωπητικών (...), με το δε κείμενο με βρίσκω σήμερα να διαφωνώ. Με το δεύτερο έργο της τετράδας έχει αλλάξει η σχέση μου πλέον, το βρίσκω αδιανόητα καλύτερο από το πρώτο και από ό,τι έβγαλαν γενικά. Όχι μόνο σαν σύνολο, αλλά και κάθε κομμάτι του ξεχωριστά. Σε άλλο άρθρο, έκραζα με παιδική αφέλεια το είδος που με τόση σιχαμάρα υπηρέτησαν. Μετά την παρακολούθηση 7 - 8 ντοκυμαντέρ, την ανάγνωση ισάριθμων βιβλίων για το ίδιο θέμα, τη θέαση του εσωτερικού ενός συρταριού ντουλάπας γεμάτου ριγέ μπλουζάκια τα οποία δεν με χωράνε πια αλλά τα κρατάω μπας και, έχω αναθεωρήσει, τουλάχιστον για αυτή τη βδομάδα. Τι σου είναι η ενηλικίωση, βρε παιδάκι μου.

Intermission: να υπενθυμίζουμε από καιρού εις καιρόν ότι η αυτοαναφορικότητα σκότωσε τα blogs γι' αυτό και συνεχίζουμε με τον ίδιο τρόπο, αποκλείοντας κάθε πιθανότητα ανάστασής τους. 

Πίσω στις εξάχορδες, και με όσο φιλότιμο τις βασάνισε ο Oakes στα '90s, ακόμα και το στήσιμο στη σκηνή του άλλου έπρεπε να αντγράψει ο κακομοίρης, φτάνουμε στο σήμερα, στην επανασύνδεση με τους παλαιούς του συντρόφους και συνκαταναλωτές ναρκωτικών ουσιών, all sobered up πλέον. Του δόθηκε, λοιπόν, από το 2010 (;), 2011 (;), η ευκαιρία να ξεπεράσει το είδωλό του, να λάμψει στις νέες συνθέσεις, αρκετές από τις οποίος υπογράφει ο ίδιος. Και τι κάνει; Παραμένει επαρκής. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Βεβαίως, τα μέρη του είναι δύσκολα, σχετικά περίπλοκα, αλλά καθόλου ευρηματικά. Δουλεύουν στη σύνθεση, καμία αντίρρηση, αλλά δεν ξεχωρίζουν, ο Anderson παραμένει ο μπροστάρης όλου αυτού, τα βλέμματα είναι μονίμως στραμμένα πάνω του, κανείς δεν ψήνεται να βγάλει το Filmstar στην κιθάρα μέχρι σήμερα. Ίσως αυτό να ήταν το σχέδιο μετά το κλείσιμο του Still life, να υπηρετηθεί το όραμα του βρετανικού τύπου, όλοι να δείχνουν κουλ ενδεδυμένοι τη Union Jack, το εξαγώγιμο προϊόν να είναι όσο το δυνατόν πιο ενιαίο και εύπεπτο. Είναι κι αυτός ο Neil Codling, στο μεταξύ, έχει μια φάτσα που είναι σαν να λέει συνέχεια "θα μπορούσαμε και καλύτερα". 

Να διευκρινίσω εδώ, ότι οι δίσκοι που ακολούθησαν την επανασύνδεση μου άρεσαν αρκετά, με απόλυτο peak το Blue Hour, όπου φάνηκε ότι έχουν ακόμα να δώσουν πολλά, μα πάρα πολλά στους τεθλιμμένους, αιώνιους και αιωνίως ταλαιπωρημένους έφηβους. Ακόμα κι ο φετινός, κι ας φλερτάρει με το post punk, το (non) είδος που λάτρευα και με έχει κουράσει όσο κανένα. 

Συνοψίζοντας, η αυταπόδεικτη ποιότητά τους, τους καθιστά τους μοναδικούς από τα υπέρλαμπρα βρετανικά αστέρια των '90s, που μπορούν να καυχηθούν ότι ακόμα και σήμερα έχουν "καριέρα". Οι Blur ακούγονται μπερδεμένοι, οι Pulp ολόιδιοι μα κουρασμένοι, τα αδέρφια από το Manchester εξίσου βαρετοί και τυχαίοι με τότε, μένει να προσπαθήσουν κι αυτοί να ξαναμπούν στο studio για να γελάσει επιτέλους και ο τελευταίος, αυτός που γελά καλύτερα από όλους.  

2/9/25

The Insects Have Been Shat On



Το τρέχον έτος παίζει να σημάνει την επανεκκίνηση της αγάπης μου για το Indie rock. Pop. Indie σκέτο. Εντάξει, στην κορυφή το τοπ (spoiler alert) πάλι The Armed θα έχει, εντούτοις οι κυκλοφορίες που εντάσσονται στο λαοφιλές είδος έχουν μονοπωλήσει το ενδιαφέρον μου. Αλήθεια. Ούτε hardcore δυναμίτες, ούτε επανεκδόσεις reggae αριστουργημάτων, ούτε σύγχρονοι εκφραστές του Drum 'n' Bass. Μόνο κιθάρες γλυκούλικες, θεσπέσια φωνητικά και εξαιρετικοί στίχοι. Εν ολίγοις, αναστήθηκαν οι Pulp βλέποντας ότι ο ανταγωνισμός έχει δυσκολέψει τη φάση.

Πλέον των ανακαλύψεων, που δεν ήταν και λίγες, η χρονιά σημαδεύτηκε από επιστροφές πολυαναμενόμενες, με νέες προτάσεις και τα σχετικά. (Δεύτερο spoiler alert) Σχεδόν στο σύνολό τους απογοήτευσαν. Πρώτα και κύρια οι Wet Leg. Το δεύτερο πόνημά τους, τους βρίσκει κουρασμένους (αρνούμαι να βάλω @ στις καταλήξεις, γιατί είναι χαζό), με δύο (2) το πολύ μέτρια κομμάτια να προσπαθούν να σπρώξουν ένα σύνολο fillers με ψιλο-χάλια εξώφυλλο. Μετά, οι Tubs. Η ελιτίστικη indieλα του προηγούμενου album τους, επέστρεψε μονότονη, με κάτι ανθυποπροσπάθειες να διαφοροποιηθούν τα φωνητικά από τη σχολή των Wedding Present. Κρατώ μικρό καλάθι, βέβαια, ίσως με τον χρόνο να αλλάξω άποψη, γιατί κιθάρες που να πάρει, αλλά προς το παρόν στα Μέσα Μαζικής Συγκοινωνίας (εξαιρετική μέθοδος σύνταξης εμπεριστατωμένης κριτικής) το σύνολο δεν δουλεύει και είναι αρκετά ενδεικτικό της ποιότητας. Οι Franz Ferdinand - ω ναι - είχαν μια σχετικά ενδιαφέρουσα προτασούλα, αλλά το ότι αποφάσισαν να εντάξουν "ελληνικά" στοιχεία στον ήχο τους, μπορεί να τους έκαμε να ακούγονται exotic στις Αγγλετέρες, αλλά προσωπικά με ξενέρωσε σε βαθμό αηδίας. Ο Jim Bob των κάποτε Carter the Unstoppable Sex Machine έβγαλε δύο (!) δίσκους, νομίζω όμως ότι τα χρονάκια του του στέρησαν το οξύ από τους στίχους. Οι Suede στον τελευταίο δίσκο παίζουν post punk και ομολογώ ότι δεν με χάλασε καθόλου. Διάβασα και το πρώτο βιβλίο του Brett Anderson στις ολιγοήμερες διακοπές, άρα παίζει να είμαι λίγο προκατειλημμένος, γιατί μου άρεσε πάρα πολύ. Τι άλλο; Των Allo Darlin' ήταν χαριτωμένο, όπως και των Stereolab, απλά δεν βλέπω το νόημα. Ίσως κάποιος άλλος να το χρειαζόταν. Έβγαλαν και οι Pulp το κατιτίς τους. Ας γράψει κανένας άλλος γι' αυτό καλύτερα. 

Σαν απόλυτο φως στους επιστρέφοντες, στέκεται το πρόσφατο έργο των Moonlandingz, προσωπικού οχήματος έκφρασης του Lias Saoudi των Fat White Family. Είναι τέλειο. Τόσο απλά. Θέλει να διώξει τους The Armed από την κορυφή. Σα δεν ντρέπεται. 


31/12/24

Home will find its way


Έχω να γράψω εδώ μέσα από Φλεβάρη. Καλή φάση. Να υπενθυμίσουμε ότι το blogging έχει πεθάνει, άρα απαιτήσεις δεν παίζουν. Εξίσου πεθαμένες είναι και οι κιθάρες και οι μπάντες με πάνω από ένα άτομο. Υπέροχα. 
Το προσπάθησα. Ειλικρινά το προσπάθησα. Σε φάσεις παίζει και να ενθουσιάστηκα με μουσική βγαλμένη από laptops που βρώμαγαν ιδρωτίλα και με δυσκολία πάταγες τα πλήκτρα επειδή ανάμεσα ήταν γεμάτα ψίχουλα. Αλλά ήταν για πολύ λίγο, δεν λέω ότι δεν παίζει να βγει κάτι εκστατικά γαμάτο, μπορεί να βγήκε κιόλας, απλά οτιδήποτε έπεσε στ' αυτιά μου δεν μου έδινε κανένα λόγο να ξαναεπισκεφτώ μήπως έχασα κάτι. Τα ίδια και με το Hip Hop και τα παρακλάδια του. Αντιλαμβάνομαι ότι αυτό "συμβαίνει τώρα", αλλά είναι τόσο μεγάλη η προσφορά, που η ζήτηση είναι αδύνατο να ανταποκριθεί. Άσε που από ένα σημείο και μετά όλα μου ακούγονται σαν τους Island Boys.
Και τα avant σαξόφωνα, ψόφια μου ακούστηκαν φέτος. Δεν είχαν αυτή τη σύμπνοια οι συνεργαζόμενοι, δεν έδενε το σύνολο σωστά. Σαν αυνανισμός χωρίς κορύφωση ρε γαμώτο, παιδιά, δείτε το λίγο αλλιώς.
Επίσης, άλλη μια χρονιά καθαρός από Post Punk. Το πράγμα έχει καταντήσει γελοίο και ειλικρινά αδυνατώ να καταλάβω όσους επιμένουν.  
Εντελώς ψυχαναγκαστικά, λοιπόν, και προκειμένου να μείνει κάτι εν είδει ιστορικότητας, πάμε για το τοπ της χρονιάς που πέρασε:

  1. The Body/Dis Fig - Orchards of a Futile Heaven: Συνεργασία φτιαγμένη απευθείας στην κόλαση. Απύθμενου βάθους συνθέσεις, σπαρακτικό όσο τίποτα φέτος, γάματα τρομακτικό, δουλεύει εξαιρετικά και σε βόλτες στην Αθήνα με τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς.
  2. Drug Church - Prude: Όσο λειτουργικό, όσο και το Νο 1. Σχεδόν "χορευτικό" hardcore, λυτρωτικό, με γαμάτους στίχους και κιθάρες που γρατζουνάνε συναισθήματα και στομάχια. 
  3. Touche Amore - Spiral in a straight line: Τι επιστροφή κι αυτή. Στα σχετικά γνώριμα post hardcore μονοπάτια τους, αδιανόητη τελειότητα από την αρχή μέχρι το τέλος.
  4. Mannequin Pussy - I Got Heaven: Στριφνό, φλύαρο, δύσκολο, υπέροχο. Θύμισε (ως αίσθηση περισσότερο) τα πρώτα των Sleater-Kinney, που ήταν μέσα στην καύλα και την ανάγκη για έκφραση. Μπερδεμένο/ολοκληρωμένο.
  5. Blind Girls - An Exit Exists: Το hardcore από τα πολύ νότια τελευταία είναι εξαιρετικά συναρπαστικό. Ετούτοι παίζουν σπαρακτικό Screamo, παθιασμένο όσο τίποτα. Τα μελωδικά περάσματα ανάμεσα στην καφρίλα σακατεύουν συνειδήσεις. Ψοφάω να δω τι θα κάνουν στο μέλλον, μετά την τρομακτική έκθεση που τους χαρίστηκε μέσα από δαύτο.
  6. NewDad - MADRA: Το shoegaze μετά από χρόνια κόπωσης άρχισε να γίνεται πάλι ενδιαφέρον. Το grungegaze περισσότερο, αν και ετούτοι είναι πιο παραδοσιακοί. Πιο ethereal. Και πάλι, σε επίπεδο συνθέσεων, η φόρτιση είναι τρομερή.
  7. Thou - Umbilical: Δεν έχω ιδέα πως γίνεται μια μπάντα να έχει βγάλει 350 δίσκους και όλοι τους έχουν πάντα κάτι ενδιαφέρον. Ή παίζει τώρα που μεγάλωσα να εκτιμώ μόνο αυτά που σκάβουν τα μέσα μου. Αυτοί δεν τα σκάβουν απλά, βρίσκουν πάτο και συνεχίζουν.
  8. This is Nowhere - Waiver: Απόλυτη ηχητική γαματοσύνη. Όαση στην στονεροπνιγμένη εγχώρια σκηνή. Όσοι άπιστοι, τσεκάρουν εδώ
  9. Faucheuse - Reve Electrique: Αδιανόητα εμπνευσμένο Punk Rock από Γαλλία, μου θύμισαν μια παλιά μου αδυναμία τους La Fraction, αλλά χωρίς τα anthemic στοιχεία. In your face από την αρχή μέχρι το τέλος. Έκσταση.
  10. Barren WombChemical Tardigrade: Noise. Rock. Am. Rep. Από Νορβηγία. Νομίζω έχω ξαναγράψει, βαριέμαι να ψάχνω. Ό,τι καλύτερο σε αυτό τον ήχο τώρα. 
  11. Nia Archives - Silence is loud: Λογικά έπρεπε να φάει απόρριψη, γιατί δεν έχει πολλές κιθάρες, αλλά α) είναι Drum 'n' Bass το παλιό, το '90s (dare I say, το ορθόδοξο;) και β) το όλο το βγάζει live με κανονικά όργανα, επομένως το στοίχημα κερδίθηκε. 
  12. MX Lonely - Spit: Grungegaze λέει, μάλλον EP, όχι κανονικό άλμπουμ, δεδομένου όμως ότι το σύνολό του είναι η απόλυτη τελειότητα, αξίζει μια θέση εδώ.
  13. Oranssi Pazuzu - Muuntautuja: Witchy Number 13, και τι μαγεία που είναι ετούτη. Ψυχεδελική βαναυσότητα, καθόλου λυρισμός, μόνο πάθος, θυμός και ... εχμμμ... διαλογισμός;
  14. Aphex TwinMusic From The Merch Desk (2016 - 2023): Τελείως αναπάντεχα εξαιρετικό σύνολο συνθέσεων, σχετικά προσβάσιμο ηχητικά, σχεδόν "χορευτικό", αδιανόητα λειτουργικό (δηλαδή τρελό κόλλημα να ακούς while being high).
  15. Slift - Ilion: Εννοείται ότι σημαντικό ρόλο για την θέση τους εδώ έπαιξε η εκρηκτική εμφάνισή τους στο Plissken
  16. The Hope Conspiracy Tools of Oppression/Rule by Deception: Αδυσώπητο, old school, gruff hardcore για τις πολύ δύσκολες μέρες. Κοπάνημα.
  17. MinistryHOPIUMFORTHEMASSES: Ministry είναι, τι άλλο πια; Εδώ σας άρεσε το καινούριο Cure δηλαδή.

21/2/24

Close my Eyes and Hope for the Worst


Το Pitchfork κλείνει. Ο κύκλος του, βέβαια, έχει κλείσει κάποια χρόνια τώρα, πλην όμως στην περίοδο 2006 - 2010, 2011, κάπου εκεί, υπήρξε ο απόλυτος άρχοντας των σκοτεινών δυνάμεων σε ό,τι αφορούσε στη ανάπτυξη απόψεων επί της μουσικής παραγωγής παγκοσμίως. Παγκοσμίως; Όχι, αυτό δεν είναι αλήθεια. Κυρίως Αμέρικα κάλυπτε και λίγο Γιου Κέη. Το δεύτερο είχε επαναπαυθεί στις δάφνες στα κεφάλια των ηρώων του, που στόλιζαν ακόμα τα εξώφυλλα της NME. Όχι, γυαλιστεροί ποπ σταρζ δεν ήταν η φάση, κούρασαν, οι Άγγλοι όμως δεν το είχαν καταλάβει. Οι Beatles δεν μέτραγαν πια, έπρεπε πάσει θυσία να αναγνωριστούν τα εγγόνια των Beach Boys, αυτά είχαν κάτι να πούνε και ακόμα μας λένε άπειρα χρόνια μετά. 

Τί είχες δηλαδή; "Καθαρά" ακούσματα, με τις ταμπέλες τους, τα κουτάκια τους και τα όλα τους, τα έτρωγε το μαύρο σκοτάδι. Οι εκπρόσωποι του καινούριου δανειζόταν από παντού, πέταγαν τα παραδοσιακά όργανα, αγκάλιαζαν την τεχνολογία, αλλά όχι κομπιούτερζ, πιο αναλογικά πράγματα. Πιο ακριβά, πιο γνήσια. Ολόκληρες σκηνές θάφτηκαν σταδιακά, ενώ εκθειάστηκαν δίσκοι με μηδαμινό αντίκτυπο στο διηνεκές (έλα, Solange, διαβάζεις;). Παράλληλα, ο τρόπος γραφής υπήρξε η απόλυτη εντολή για τη στέψη πολλών δεκάδων επίδοξων μουσικοκριτικών. "Αφού έχουμε εμείς άποψη, το ίδιο μπορείτε κι εσείς". Do it yourself, στο χαμηλότερο των επιπέδων. Αυτό της μη-δημιουργίας, αλλά της κριτικής του ό,τι τολμούσε να βγει.

Ξαφνικά, δεν χρειαζόσουν ένα γαμάτο φωτοτυπημένο, καυλωμένο έντυπο, είχες ένα ασύλληπτα βαρετό οπτικά μέσο με - φαινομενικά - πορωμένους μουσικόφιλους στα πληκτρολόγια (τελείως τσαμπέ, βέβαια), να σου λέει ότι η γαμάτη μουσική δεν βγαίνει πλέον από τύπους με ράστες, ταττού, piercings που κολυμπούσαν σε σπασμένα γυαλιά στη σκηνή, όχι, αν ήθελες πραγματικά να σπάσεις τα νεύρα των δικών σου, άκου εδώ, οι τύποι που το έβγαλαν είναι σαν και 'σένα. Ναι, ναι, είναι σίγουρο ότι γονείς τρόμαζαν ειλικρινά όποτε έπιαναν το σπλάχνο τους να τα σπάει υπό τους ήχους των Animal Collective.

Πλέον αυτών, το αντεργκράου χιπχόπ, με τα ψόφια beats και τις μέτριες παραγωγές εκθειάστηκε όσο κανένα είδος. Γενικά, η μετριότητα είχε την τιμητική της. Το έσωζαν, βέβαια, κάτι μονάδες σε Greta Van Fleet και λοιπά εμέσματα, αλλά τόσοι λίγοι κούκοι ουδέποτε έφεραν την άνοιξη. 

Ναι, δεν ήταν καλό το Pitchfork. Ναι, ήταν εξαιρετικά σημαντικό σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση του επικρατούντος "ήχου" σήμερα. Ναι, έφερε μια διόλου ανάξια λόγου επανάσταση στο πως αντιλαμβανόμαστε την υψηλή αισθητική. Ναι, έπεισε για το όποιο επίπεδο ζαχαρωμένων μπούρδων τύπου Ariel Pink. Ναι, έδειξε στους πάνκηδες ότι δεν θα χάλαγε κι ο κόσμος αν κούναγαν τις κωλάρες τους με ολίγο reggaeton.

Ήταν όμως σήμερα επαρκές; Άξιο λόγου και επισκέψεως; Με δεκάδες κλώνους εκεί έξω, αρκετά καλύτερους κιόλας (έλα, Quietus, διαβάζεις;), με ακροατές λόγω επικράτησης του streaming να επικεντρώνονται στο τραγούδι και όχι στο άλμπουμ, με καντάρια νοσταλγίας στα πρόθυμα ώτα των οιονδήποτε έσπευδαν να διαβάσουν για μουσική - συνεχίζοντας την ύπαρξη εντύπων τύπου Uncut με τρία (3) εξώφυλλα Rolling Stones ετησίως τουλάχιστον - το ισοζύγιο είναι μάλλον αρνητικό. Η νέα μουσική υπάρχει, είναι συναρπαστική, ακόμα πασχίζει να ξεχωρίσει, αλλά έχει βρει άλλες διόδους. Οι μπάντες πλέον δουλεύουν περισσότερο με το κοινό τους και λιγότερο με την αντιπροσώπευσή τους σε ανάλογες πλατφόρμες λόγου επί των έργων τους. Και καλά κάνουν, είναι σίγουρο ότι το διασκεδάζουν περισσότερο.

Ας χαιρετίσουμε, λοιπόν, το κάποτε λαοφιλές μέσο, γνωρίζοντάς του ότι μπορεί να μας άλλαξε τις ζωές, πλην όμως όχι προς το καλύτερο, και ας του ευχηθούμε τα όμοια στη νέα του αλλαγή.

   

19/2/24

Dope Fiend


Είσαι γραφιάς για το μεγαλύτερο μουσικό περιοδικό της χώρας (όσο ανάξιο λόγου και να είναι αυτό σε παγκόσμιο επίπεδο), ταϊσμένος χρόνια με Oasis, Blur και τα δύο πρώτα των Pearl Jam. Από τους δίσκους που έρχονται σε κούτες, σου ανατίθεται να κριτικάρεις το When the kite string pops των Acid Bath. Η πιθανότητα να ξερνάς από τις συνεχείς ριπές με σκατά στον ανεμιστήρα μάρκας Post Grunge είναι πολύ μεγάλη. Δεν αντέχεις τους Creed, τους Nickelback, τους κλώνους των Rage Against The Machine που έρχονται τρέχοντας και χτυπάνε τόσο δυνατά την πόρτα που παίζει και να την γκρεμίσουν. Βαρέθηκες. Στην ντάνα δε, σε περιμένει και το καινούριο των NOFX. Η κατάθλιψη είναι μια πραγματικότητα. Θες να τελειώνεις.

Οι κιθάρες είναι αυτό το '90s πράγμα, απλωμένες στα μεσαία, τα μπάσα είναι χαμηλά (τικάρεις το κουτάκι: metsol), τα φωνητικά έχουν ένα ενδιαφέρον, βέβαια δεν έχεις ιδέα τι είναι το crust, τους Neurosis τους θυμάσαι να αναφέρονται σε μια συνέντευξη των Green Day, τους σιχαίνεσαι κι αυτούς που να πάρει, τα ντραμς είναι πότε γρήγορα, πότε αργά, σχετικά χαμηλά στη μίξη. Βασανίζεσαι. Δεν το βάζεις να παίξει δεύτερη φορά, "από αυτά τα στόνερ που ακούει η νεολαία είναι, απλά πιο μεταλλάδες", το βαθμολογείς με ένα 3; Ένα 4; Είναι καλοί μουσικοί, άρα ίσως να άξιζε ένα 6; 5 και πολύ τους είναι. Το τεύχος πάει τυπογραφείο, συνεχίζεις τη ζωή σου.

Το έργο στο μεταξύ συνεχίζει το ταξίδι του, η μπάντα κάνει περιοδείες, βιώνει την τραγωδία, διαλύεται, αλλά η μουσική βρίσκει τον δρόμο της. Συνειδήσεις διευρύνονται, κόσμος μαγεύεται, φτάνουμε στο σήμερα και είναι ένας από τους δίσκους/οδηγούς για το sludge, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα σήμερα, απ' αυτά που εξελίσσονται ακόμα, που η νοσταλγία δεν έχει αγγίξει, με Thou, The Body να συνεργάζονται με όποιον έχει φωνητικές χορδές, να θεωρούνται οι Velvet Undergound του σύγχρονου σκληρού ήχου. Και να έχουν μεγαλώσει με Acid Bath. 

Σκαλίζεις τα γραφόμενά σου προ ετών, πέφτεις πάνω στην κριτική σου, δεν ξέρεις πόσο λάθος έκανες, πόσο δεν πήρες γραμμή τι συνέβαινε, πόσο μπροστά δεν έβλεπες. Είσαι ελιτιστής, indie κέτσι. Με κάτι παρωπίδες ίσα με τις αυτάρες σου. Κλείνεις το τεύχος. Είναι Κυριακή και Δευτέρα πρέπει να ξαναπάς δουλειά.

21/1/24

Apocalypstick

Τίτλος άρθρου από τραγούδι δίσκου: Check

Φωτογραφία μπάντας: Check (περίπου δηλαδή. Τέσσερις πλας είναι, εγώ έβαλα μόνο τα κορίτσια, τι να κάνουμε τώρα)

Ετικέτα (tag κατά το δημοφιλέστερο) του κάποτε μοναδικού genre που κάλυπτε μετά μανίας το παρόν: Check

Το τέλος του 2023 με βρήκε να ακούω Los Campesinos και Field Mice, η αρχή του 2024, λοιπόν, μου έφερε το The Joy of Sects των Chemtrails για να ξεκινήσω. Και δεν είναι καθόλου κακή φάση. Indiepop από το Manchester, πιο twee τα παλιότερά τους, αυτό όχι και τόσο. Έμαθαν να παίζουν καλά τις κιθάρες τους στο μεσοδιάστημα, οι συνθέσεις είναι εξαιρετικές, τα hooks θεσπέσια. Δουλεύει και μια χαρά στη διαδρομή προς τη δουλειά, ενίοτε και στην επιστροφή. Κάπως μου είχε λείψει αυτός ο ήχος, νομίζω έπρεπε να ησυχάσω για να αφιερωθώ πάλι. Έριξα μια ματιά στη "σκηνή" στο μεταξύ, δεν μου φαίνεται και τόσο thriving που να πάρει. Τα παλιά μπλογκς που παρακολουθούσα με ευλάβεια το ΄χουν κλείσει το μαγαζί (καμία έκπληξη εδώ), πολλά labels (αχ, Fortuna Pop) επίσης, κάτι fests που έπαιζαν, σταμάτησαν. Oh well, εδώ είμαστε να ξαναπάρουμε τα ηνία. 

Στο μεταξύ, το μπλουζάκι της τραγουδίστριας στη φωτό, πολύ ταιριαστό. The Oh Twees φάση. Αλήθεια.


31/12/23

Tired of Waking up Tired



 Ήρθε αυτή η ημέρα του χρόνου. Ο πλανήτης ολοκλήρωσε το ταξίδι του γύρω από τον ήλιο, εμένα κάπως όλα μου πάνε καλά από τον Νοέμβρη, δεν έχω να γκρινιάξω για τίποτα. Καλά, ίσως η καψούρα που με έχει πιάσει με τη νέα μου δουλειά να μου φρενάρει προς το παρόν τα καλλιτεχνικά, αλλά δεν πειράζει. Ίσως να ήρθε και για 'μένα η μέρα να ενηλικιωθώ. Τέλος πάντων. Έλιωσα στο hardcore, ίσως γιατί ήταν δύσκολα στο υπόλοιπο της χρονιάς, όχι, σίγουρο αυτό, επομένως το σύνολο διαμορφώθηκε αναλόγως. Τα φετινά, λοιπόν, έχουν ως ακολούθως:

  1. The Armed - Perfect Saviors: Αδιανόητα γαμάτος δίσκος από την καλύτερη μπάντα στον πλανήτη αυτή τη στιγμή. Από όποια λίστα λείπει, καλά θα κάνετε να μην εμπιστεύεστε το γούστο του συντάκτη της. Αν μάλιστα δεν την έχετε εντάξει στη δικιά σας, μην εμπιστεύεστε ούτε το δικό σας. 
  2. Angel Du$t - Brand New Soul: Ο δίσκος που έπαιξε στο στέρεο φέτος πιο πολύ από οτιδήποτε άλλο. Καλά, ίσως όχι από το από πάνω.
  3. Scowl - Psychic Dance Routine: EP, εντάξει, παρόλα αυτά μιλάμε για απόλυτη τελειότητα σε ελάχιστα κομμάτια.
  4. The HIRS Collective - We 're Still Here: Ευτυχώς. Ευτυχώς είναι ακόμα εδώ.
  5. Truth Cult - Walk the Wheel: I miss '90s Dischord και φαίνεται.
  6. Gel - Only Constant: Hardcore onslaught, μοντέρνο όσο old school
  7. The Tubs - Dead Meat: Κάτι για να σπάσει η καφρίλα
  8. Shackleton & Zimpel with Siddhartha Belmannu - In the Cell of Dreams: Καμιά φορά τρυπώνουν και τα περίεργα, αυτά που δεν χωρούν περιγραφής
  9. Baxter Dury - I thought I was better than you: Κι από μένα, κι από ένα σωρό άλλους
  10. Young Fathers - Heavy Heavy: Δεν του έδωσα τον χρόνο που του έπρεπε, αλλά πόσο λάθος να είμαι;
  11. Loma Prieta - Last: Το Screamo των μικράτων μας εξελίχθηκε σε κάτι μεγαλειώδες
  12. Filth is Eternal - Find out: Το πανκ σοβαρεύει με τα χρόνια, οι μουσικοί εξοικειώνονται περισσότερο με τα όργανά τους, ξέρεις τώρα. 
  13. Dream Wife - Social Lubrication: το κλασσικό Witchy Number 13. Συνήθως είναι πιο κυριολεκτικό, τώρα απλά είναι εντελώς γαμάτο και κατά της πατριαρχίας. Και για το Leech μόνο έπρεπε να μπει (σε κάποια, σ' αυτή τη) λίστα.
  14. Πυρ Κατά Βούληση - Θύματα Ειρήνης: Αν ζούσαμε σε φυσιολογική χώρα, με ανθρώπους έτοιμους να εκφράσουν τον θυμό τους, αντί νωχελικών ανδρείκελων, αυτό θα ακουγόταν από τα ηχεία σπιτιών και αυτοκινήτων, θα έβγαζε κόσμο στους δρόμους, έτοιμους να διεκδικήσουν, να ζήσουν.
Babylon Zoo, ρε μαλάκα, θα τρελαθώ λέμε. Άιντε και του χρόνου, να ακούτε true Reggae Compilations, να έχετε υγειά.

29/10/23

Step on my heart again on your way out


Είχα γνωρίσει ένα τύπο κάποτε στη Σαμοθράκη, γεμάτος tattoo με μπάντες, Joy Division, Dead Kennedys, Black Flag, ούτε καν θυμάμαι. Ήταν κάμποσες σίγουρα. Είχε και κάτι ραστάρες αδιανόητες, όταν, λοιπόν, πιάσαμε τη σχετική συζήτηση, μου εκμυστηρεύθηκε ότι τα υπόλοιπα είδη δεν τον συγκινούσαν πια, είχε κολλήσει με τη reggae των '70s και τέλος. Δεν τον κατάλαβα τότε, θεωρούσα αδιανόητο στα 20τόσα μου να προσκολληθώ σε ένα και μόνο ήχο. 20τόσα χρόνια μετά, παρόλα αυτά, βρίσκω τον εαυτό μου να συγκινείται μόνο με συνθέσεις διάρκειας δύο λεπτών μάξιμουμ, να κοπανιέμαι σαν μικρό παιδί μέσα στο σπίτι, γάμησέ τα, σφίγγω και τη γροθιά στον αέρα όταν δεν κάνω air guitar. Επίσης, κατά ένα περίεργο τρόπο, όταν είμαι σε αυτή τη φάση, όλα στην προσωπική μου ζωή πηγαίνουν "καλά". 

Κατά τα φαινόμενα δεν είμαι ο μόνος που βρίσκει ότι κάτι συμβαίνει με το εν λόγω είδος. Το hardcore έχει επιστρέψει, τα μικρά πέφτουν με τα μούτρα, ιδίως κάποια που έμαθαν στο μέτσολ των γονιών τους, τους πετάς ένα μονόλεπτο έπος μες στην οργή και την έκσταση και λάμπουν τα μούτρα τους.

Η φετινή παραγωγή έχει δώσει μέχρι στιγμής εξαιρετικά δείγματα στο μεταξύ, το παρόν, λοιπόν, αποτελεί μια απειροελάχιστη προσπάθεια να τα ξεδιαλύνει προς γνώση του αναγνωστικού του κοινού. Χαρές στον πλανήτη. Δέκα αριστουργήματα ακολουθούν και κάτι για όσους δεν έχουν καβούρια στις τσέπες.

Angel Du$t - Brand New Soul: Ίσως το πιο προσβάσιμο της λίστας. Ακουστικές κιθάρες σε γρήγορους ρυθμούς, ευρηματικότατες συνθέσεις, κάμποσα μουσικά είδη μπλέκονται, αλλά με εντελώς punk διάθεση. Μέχρι και τους Red Hot Chili Peppers μπερδεύουν στο μίγμα, οποία ντροπή, τους έχει κράξει ο Cave. Αριστούργημα, παίζει συνεχώς στο αμάξι και - απλά - δεν παίζει να βαρεθείς στιγμή.

Scowl - Psychic Dance Routine: Βγαλμένο από τις παθιασμένες γραμμές του BrooklynVegan, αυτό το EP ουσιαστικά καταμαρτυρά την "εξέλιξη", κινούμενο εκ του ασφαλούς. Ευρηματικότατα riffs, τσιρίδες και μετά Ultrapop (ω ναι), μια χαρισματική και σούπερ εντυπωσιακή performer στο μικρόφωνο και έχεις τους Blondie του σήμερα.

Filth is Eternal - Find Out: Μικροσκοπικές σε διάρκεια εκρήξεις οργής που φλερτάρει με τη σκηνή του Seattle πριν γίνει massive. Ο εφηβικός μου εαυτός μου ρίχνει κλωτσιές κάτω από το τραπέζι, "πήγαινε στο δωμάτιο, βάλτο να ξαναπαίξει. Μετά τους Gits καλύτερα". 

Loma Prieta - Last: Τους θυμόμουν πολύ πιο σκληρούς αυτούς. Σε κάθε περίπτωση στον τελευταίο (;) αυτό δίσκο τους, καταφέρνουν να σώσουν λίγη από την τιμή του Screamo, παίζοντας όμως post hardcore. Με περισσή μανία κιόλας. Πέραν τούτων, κομμάτια σαν το "Dose" δεν τα είδαν ούτε στον ύπνο τους οι "μοδάτοι" (βαρετοί, μια απ' τα ίδια, όλοι ίδιοι, όλοι κουραστικοί) κακοφωνίξ Ποστ Πανξ του σήμερα.

Rat Cage - Savage Visions: Η La Vida Es Un Mus έχει εξελιχθεί σε πολυεθνική των ανεξάρτητων πανκ labels. Δεν ξέρω πια πόσες κυκλοφορίες έχει τον χρόνο, δεν προλαβαίνω να τις τσεκάρω όλες. Παρά τον αριθμό όμως, καταφέρνει να κρατήσει μία βάση, έτσι, ποιότητας, και μια ταυτότητα παρά τα διάφορα είδη (από Hardcore μέχρι Post Punk, Synth Goth και λοιπά λίγο αδιάφορα). Οι Rat Cage παίζουν old school χάρντκορ, εμπνευσμένο, φρέσκο, γρήγορο. Ναι, ναι, δεν πάνε τίποτα "ένα βήμα μπροστά", πολλές φορές όμως δεν χρειάζεται καν κάτι τέτοιο. Ίσα ίσα, είναι απολύτως απαραίτητο να μας θυμίζει κάτι πως ήταν τα πράγματα πριν την ανακάλυψη του youtube, όταν μας μάθαινε μουσική το Maximum Rock'n'Roll. 

Truth Cult - Walk the Wheel: Η Dischord ήταν ανέκαθεν η αγαπημένη μου εταιρεία, εντούτοις αυτά που βγάζει τώρα δεν μου κάνουν και πολλά, έχω κολλήσει στα '90s τότε που όριζε τον χαρακτήρα του Post Hardcore. Με στριφνές συνθέσεις, επηρεασμένες από τους Sonic Youth, με τους Fugazi να καταρρίπτουν το ένα κλισέ μετά το άλλο. E, ετούτοι κάπως καταφέρνουν να μεταφέρουν αυτό τον ήχο στο σήμερα και να τον σερβίρουν εξελιγμένο. Δεν χρειάζεται κάτι άλλο, αλήθεια.

Electric Chair - Act of Aggression: Copy/Paste το κείμενο των Rat Cage, αλλά αντικαταστήστε το La Vida Es Un Mus με Iron Lung. Αγνοήστε επίσης την παρένθεση με τα Genres.

Upchuck - Bite the Hand That Feeds: Αυτό λογικά θα ενδιέφερε αυτούς που κάποτε διάβαζαν αυτό το blog. Γιατί; Γιατί την παραγωγή υπογράφει ο Ty Segall. Ω ναι. Ποτέ δεν μου άρεσε η μουσική του, ούτε νότα. Παρόλα αυτά, εδώ με τα μπουκωμένα fuzz τους, το μαγικό του άγγιγμα ταιριάζει μια χαρά. Δεν είναι hardcore, πανκ περισσότερα, με έμφαση στο Garage. Αυτά που ακούει η νεολαία γύρω στα 40 δηλαδή.

The Armed - Perfect Saviors: Ναι. Με τη μία το Νο 1 της χρονιάς. Η καλύτερη μπάντα έβερ αποφάσισε να κυκλοφορήσει τον πιο προσβάσιμο δίσκο της καριέρας της. Μπλέκουν με πεντακόσια μουσικά είδη, κερδίζουν σε όλα. Ειλικρινά δεν έχω λόγια, θέλω απλά να τους δω live και να κλείσω ως ακροατής.

A, και για το γκραντ φινάλε, ο καλύτερος εγχώριος πανκ δίσκαρος της χρονιάς, γάμησέ τα, αρκετών χρονιών βασικά. 

15/9/23

Draw Breath Cry Out



Θυμάσαι τα '90s; Όταν οποιοδήποτε 15χρονο με κιθάρα ήθελε να γίνει ο Thurston Moore; Έλα που δεν θυμάσαι. Είναι βέβαιο ότι σου έτρεχαν τα σάλια όταν έπεφτες σε καμιά διαφήμιση της Fender στο Guitar Player. Αυτές οι Jaguar και οι Jazzmaster, αριστουργήματα, καλά δεν λέω; Καλά λέω. Θυμάσαι τι άλλο είχε αυτή (η καλύτερη) η δεκαετία για τον κιθαριστικό ήχο; Όχι, όχι, δεν μιλάω για τα εύκολα από Αγγλία μεριά, αν και ούτε αυτά έμειναν ανεπηρέαστα. Η εξάχορδη έγινε ναός, πάνω του οριοθετούνταν νέα δόγματα, ανοίγονταν δρόμοι, κόσμοι εκφραζόταν διαφορετικά, νέες προσεγγίσεις, νέες διδαχές, νέες δυσκολίες. Ποιοι ξεχώρισαν πρώτοι; Μα οι Sonic Youth φυσικά. Σε ποιους ήθελαν να μοιάσουν όλοι μα όλοι; Μην επαναλαμβάνομαι, το έπιασες. 

Από το πουθενά γέμιζες κασέτες με μπάντες που έμοιαζαν αρκετά με την αγαπημένη σου, κακόηχες, δύστροπες, labels γινόταν οι θεοί σου γιατί σου παρείχαν ακριβώς αυτό, σου κάλυπταν την ανάγκη να ανακαλύψεις πράγματα μέσα στη σύνθεση, δεν ήταν pop, έπρεπε να σκάψεις και να εντοπίσεις γιατί σε ανατριχιάζει αυτό που βγαίνει από τα ηχεία σου, άκουγες ξανά και ξανά και ξανά, ο Billy Corgan προσπαθούσε να σε κάνει να φύγεις από 'κει, μπορεί να το κατάφερνε, αλλά τον πρόδιδαν οι συλλογές με τα b-sides, είχε μπει και σ' εκείνον το μικρόβιο. Ακόμα και οι Αγγλάρες το είχαν καταλάβει, ο Graham ακόμα και πριν τη σόλο καριέρα, η Justine στριμώχνοντας τον Stephen σε ένα πάρτυ, ρε οι Napalm Death του Diatribes, κολλήσαν και οι μέτσολοι, τέτοια φάση. Κάλτσουραλ ινβέηζγιον.

Έσκασαν δεύτερες και τρίτες φρουρές, οι Girls Against Boys, οι ...and you will know us by the trail of dead, οι Cheer Accident, πόσοι ακόμα, εξέλιξαν τον ήχο μέχρι που έγινε φόρμα, περιόριζε, πως στο διάολο το έκαναν αυτό, οι ίδιοι οι πρωτεργάτες κράτησαν τη ροκ φάση για τις εταιρίες και για τα πειράματα έκαναν δικιά τους, μέχρι που το διέλυσαν, δυστυχώς επεισοδιακά. 

Σήμερα αυτός ο ήχος ελάχιστα εκφράζεται, ενώ η πληροφορία διαχέεται με εμετικούς ρυθμούς, κανείς δεν αγγίζει αυτές τις γραμμές κώδικα. Οι Fall και ακόλουθοί τους κυριαρχούν, οι Joy Division, οι My Bloody Valentine. Γάμησέ τα. Δύσκολα χρόνια, πέτρινα.

Και σκάνε από το πουθενά οι Godcaster και θυμίζουν στο περίπου όλα τα σωστά. Και θέλει δουλειά το πόνημα, δουλειά που δεν ξέρω αν μπορώ/θέλω να διαθέσω. Αλλά προσπαθώ. Και ανακαλύπτω. Μπορεί να μην μου αρέσει πάντα, αντιλαμβάνομαι όμως ότι έχουν διηθήσει το κέντρο, τη βάση των ιδεών, προσπαθούν με αυτό σαν μέσο να κάνουν κάτι δικό τους. Δεν ξέρω, εύχομαι να βρουν τα πρόθυμα αυτιά να τους ανοίξουν τις πόρτες.

2/9/23

Everything's Glitter

 

Το ανήκειν κάποτε κλεινόταν σε όρια, μεταξύ άλλων, και από το είδος μουσικής που επίλεγε κάποιος να ακούει. Έπιανε το genre του, ντυνόταν όπως οι κύριοι εκφραστές του και μέσω αυτής της εκδήλωσης παρουσίας, συναντούσε τη φυλή του και χωνόταν μέσα της. Και έκανε φίλους, έτρωγε τον γκόμενο της κολλητής της, γινόταν λιώμα, πάντοτε μέσα στους ήχους της επιλογής του/της. 

Αυτό άρεσε στις δισκογραφικές μέχρι που δεν άρεσε πια. Δεν τους αρκούσε που οι γκοθάδες κρυφοάκουγαν Jimmy Sommervile και οι μέτσαλοι καψουρεύονταν ό,τι κινούνταν στο video του 'Freedom' του George Michael. Έβγαλαν το Judgment Night Soundtrack όπου οι Pearl Jam συνεργάστηκαν με τους 2 Live Crew ή κάτι τέτοιο, σχηματοποιώντας σταδιακά το έκτρωμα του Nu Metal. Φταίνε και οι Helmet. Όχι, κυρίως αυτοί φταίνε. Οι Helmet είναι ο διάβολος.-

Σιγά σιγά οδηγηθήκαμε στον θάνατο του Genre, όπου πλέον σκυλούδες μοστράρουν περισσότερα tattoo κι από μέλος της Yakuza, τα οποία περιτυλίγουν με χαμηλοκάβαλα Jeans και χρυσές γόβες με μπριγιάν. Απαίσιο από κάθε άποψη, πρέπει να δίνουμε σημασία στα υποδήματα περισσότερο κι από τους λεκέδες από κέτσαπ σε άσπρα ρούχα. Τα παπούτσια είναι ο Μεσσίας.-

Whatever happened to my Rock'n'Roll, θα αναφωνούσε κάποιος που είχε πέσει σε κώμα γύρω στο 2010 και ξύπνησε φέτος. Εξελίχθηκε, φίλε μου, πέταξε τα δερμάτινα, πήγε λίγο γυμναστήριο, αντάλλαξε τα ναρκωτικά με το tik tok, βαρέθηκε την πολιτική, γάμησέ τα, κατάφερε να μπερδέψει το φεμινιστικό κίνημα, δεν ξέρει κι αυτό τι να βάλει πια. Ναι, ναι, μην ξανασηκώσεις τη μοϊκάνα σου, άκου λίγο τι έχει γίνει με το αγαπημένο σου είδος (το παρόν ιστολόγιο δυσκολεύεται μετά από τόσα χρόνια να παρακολουθήσει τα υπόλοιπα, σόρρυ κιόλας), δεν μοιάζει και πολύ με UK Subs πλέον, είναι κάτι άλλο. Όχι, όχι, δεν είναι μόνο οι λυκοφιλίες τα αναμενόμενα, Post Rock, Metsol κλπ., αυτά τα πρόλαβες. Πάει αλλού η φάση πια.

Ας ξεκινήσουμε από τη μεγάλη εικόνα: η μουσική βιομηχανία, όντας ακριβώς αυτό, μια μηχανή που τρέφεται από τον ιδρώτα του εργάτη, από την αρχή της προσπαθούσε να μειώσει το εργατικό κόστος. Τι εννοώ. Τα πολύ παλιά τα χρόνια, τεράστιες ορχήστρες γέμιζαν δωμάτια, μόνο οι πλούσιοι είχαν πρόσβαση σε αυτά. Τα νεότερα παλιά χρόνια είχες τις Jazz Big Bands, με τον χρόνο και αυτές άρχισαν να συρρικνώνονται, πρώτα έδιωξαν τη δεύτερη τρομπέτα, το τριακοστό πέμπτο σαξόφωνο, ο κιθαρίστας δεν χρειαζόταν, οι τραγουδιστές όλοι πέθαιναν από πρέζα. Από πενηνταμελείς κατέληξαν κουαρτέτα και τρία. Η ροκ μπάντα μετρίασε κάπως το μέγεθος σε τρία έως πέντε άτομα, ακόμα όμως και οι σόλο καλλιτέχνες ήθελαν ένα σχήμα να τους συνοδεύει στις συναυλίες τους, αααρρργγκχχχχχ, εργατικό κόστος, ω, πόσο βασανίζεις τη μουσική βιομηχανία. Τα μικρά δεν αγοράζουν πια CD, δεν κατεβάζουν καν, streamάρουν, ναι, δώσε μας τα φώτα σου, βιομήχανε, μας παρέχεις τραγουδοποιούς, στήνουν τις συνθέσεις τους στο PC, γράφουν μόνοι τους στίχους, ήχους, όλα. Χώνουν ένα εξωτερικό καλώδιο σε ένα λάπτοπ και κάνουν karaoke μπροστά σε δεκάδες κόσμου, δεν χρειάζονται καν μπαλέτα να τους πλαισιώνουν, αξιοποιούν τον κώλο που τους έδωσε η φύση προς τέρψη του φιλοθεάμονος κοινού, μουσικοβιομήχανε, επιτέλους τα κατάφερες. Σκότωσες τα μεροκάματα, τα αχρήστευσες, έφερες το όλο στα μέτρα σου, δεν υπάρχει μπάντα, δεν υπάρχει συλλογική δημιουργία, τα μικρούλια ξέρουν ότι η μόνη συνταγή για την επιτυχία είναι ένα μοναχικό πλάσμα με ένα μικρόφωνο και αστεία γυαλιά, προσκυνώ τη μεγαλοφυία σου, βιομήχανε.   

Αλλά για μια στιγμή, τι είναι αυτό; Κάτι γράφει στο Brooklyn Vegan. Ωθεμου, έχει punk section, μιλάει για κάτι Turnstile, κάτι The Armed, Gel, Geld, Drug ChurchZulu τα μικρά τα διαβάζουν, πηγαίνουν στα live, οι Death Grips τα φταίνε όλα, δεν το έλεγα για τους Death Grips; Για περίμενε, δεν τους ησύχασε η επανεμφάνιση του Post Punk; Τι εννοείς το παρακολουθούν μόνο σαραντάρηδες; Στο μεταξύ, δες τις μπάντες, δεν αποτελούνται μόνο από θυμωμένα λευκά αγόρια, έχει κι άλλα χρώματα μέσα (μήπως φταίνε οι Blood Brothers τελικά;), άλλα φύλα, ω γαμώτο, η μουσική τους έχει και ενδιαφέρον. Δεν περιορίζεται από τη βασική συνταγή, αρκετές φορές δεν είναι καν γρήγορη, ας το σταματήσει κάποιος, δως τους περισσότερο reggaeton, κι άλλο σεξισμό, τσίτωσε τον μισογυνισμό, κάνε κάτι, βιομήχανε, δεν σταματάει αυτό εδώ, τα μικρούλια το γουστάρουν, αχ, έπρεπε να το δεις να έρχεται, μεγάλωσαν με Slipknot, βιομήχανε, τα μεγαλύτερα ξαδέρφια τους φταίνε, τι περίμενες; Θα έψαχναν κάτι στο σήμερα για να εκφράσει το μπέρδεμα που έχουν στο κεφάλι τους, δεν μπορείς να κάνεις stagediving με Trap, τι να σου κάνει η ποίηση με τις όποιες εκφάνσεις της όταν έχει απέναντί σου την οργή, δεν μπορούν οι στίχοι να σε ωθήσουν να κοπανίσεις τον διπλανό σου και να γυρίσει και να σε αγκαλιάσει με ένα πελώριο χαμόγελο στα σκισμένα χείλη του, τι σκεφτόσουν; Στη δράση υπάρχει και αντίδραση, μας το μάθαιναν στο σχολείο. 

Μπορεί όλο αυτό να είναι η αρχή; Όπως με όλα, θα δείξει. Μέχρι στιγμής πάντως, η βόλτα είναι εξαιρετική.

P.S.: Α ρε, Jamie. Α ρε Jamie. Έφυγες και είμαστε μόνοι μας στο ζόφο, Jamie. Και τίποτα δεν έχει τόση πλάκα πια.



6/3/23

I wanna make movies, Heather

Ο θάνατος του εντύπου θα έπρεπε να έχει αφήσει τα πανκ zines ανεπηρέαστα. Γιατί; Γιατί πολύ απλά είναι τόσο βραχύβια η διάρκεια των συγκροτημάτων που συνήθως καλύπτονται στις σελίδες τους, ώστε να υπάρχει κάτι να αφήνει το ίχνος τους στο πέρασμα του χρόνου. Δεν αρκεί μια ιστοσελίδα, μια δημοσίευση μιας κριτικής σε ένα blog. Θέλει κάτι πιο μόνιμο. Θέλει χαρτί, γραμματοσειρά λες και έχει βγει από γραφομηχανή, άσπρο, μαύρο, γκρι. Θέλει να αποτυπωθεί κάπου, ιδανικά πριν εξαφανιστεί. Να χωθεί μετά σε μια βιβλιοθήκη, μέχρι ο ιδιοκτήτης της να χρειαστεί να ανατρέξει και να ανακαλύψει εκ νέου. Αυτό είναι το σωστό. Να σιγουρευτεί ότι δεν έχασε κάτι σημαντικό, όσο λίγο και να διήρκεσε αυτό.

Παίζανε κάτι ανακοινώσεις της καταπληκτικής Μούντζας, όλο απειλούσε ότι θα έβγαζε καινούριο τεύχος, άργησε όμως τόσο να βγει, που οι μπάντες που είχανε συνεντευξιάσει το είχανε διαλύσει μέχρι να πάει τυπογραφείο. Τελικά σταμάτησε κι αυτή. Λείπει ένα καλό πανκ ζιν. Λείπει κι ένα κακό βασικά, ένα οποιοδήποτε. Σε μια σκηνή μάλιστα που βράζει

Σ' ετούτο το ταινιάκι διάρκειας περί των τριών ωρών, με τους Green Day στην καρέκλα του παραγωγού (αλλά ας μην μας αποθαρρύνει αυτό), γίνεται αναφορά στο 924 της οδού Gilman, ένα χώρο στημένο με κόπο (και) από τον ιθύνοντα υπερνού πίσω από το Maximum Rock'n'Roll, ένα χώρο συνάντησης των πραγματικά βασανισμένων από την όποια μορφή είχε η κοινωνία τότε ή και σήμερα ακόμα. Οι φανζινάδες ήταν εξίσου σημαντικοί με τους μουσικούς, κατέγραφαν τα όσα συνέβαιναν, έφερναν τα προθυμότερα των αυτιών στις - όπως αποδείχτηκε μετέπειτα - ξεχωριστές μπάντες, επικοινωνούσαν το είναι τους μέσα από φωτοτυπημένες σελίδες, άθλια σκίτσα και ασπρόμαυρες φωτογραφίες. Συνεισέφεραν στο αίσθημα "κοινότητας" στο συγκεκριμένο μέρος, αλλά και αλλού. Στη σκηνή.

Δεν είναι "ρομαντικοποίηση" μιας εποχής όλο αυτό, η χαρακτηριστικότερη των αγωνιών του μέσου νεανία είναι το να ανήκει κάπου. Έτσι αισθάνεται ασφάλεια, ότι κάνει κάτι σοβαρό, ότι βρίσκεται κάπου όπου τον δέχονται όπως είναι τη δεδομένη στιγμή της ζωής του. Δεν γίνεται αυτό όταν κινδυνεύεις να φας βρωμόξυλο από ένα τεράστιο τύπο που έτυχε να πιει μια μπύρα παραπάνω, όταν για να πλερώσεις το μαγικό εισιτήριο για να δεις την αγαπημένη σου μπάντα σημαίνει ότι θα πρέπει πρώτα να πείσεις τον κηδεμόνα σου να σου παραχωρήσει δύο ή και τρία από τα μεροκάματά του. Το "all ages" εφεύρημα ήταν εξαιρετικό. Ο αποκλεισμός ρατσισμού, φασισμού, ομοφοβίας και γενικά μαλακισμένων στάσεων ζωής σωτήριος. Με τα ψιλά για το σχολικό διάλειμμα μπορούσες να βιώσεις τέχνη, προχωρημένες ιδέες, περίεργα κουρέματα.

Κι εδώ σκάει η μαγεία του όλου εγχειρήματος. Οι μουσικοί δημιουργούν χωρίς να ελπίζουν πουθενά, οι παριστάμενοι κολλάνε βλέποντας κάτι μοναδικό, που την επόμενη στιγμή μπορεί να μην υπάρχει πια. Λείπουν μόνο οι ιστορικοί αυτού του πάρα πολύ σύντομου σήμερα.

 

31/12/22

Avant Gardening και διάφορα extreme sports του είδους


Κάθε χρόνο τέτοια μέρα, αυτή η συνήθεια της "ανασκόπησης" δυσκολεύει ολοένα και περισσότερο. Σίγουρα όχι όσο η καθημερινή παρακολούθηση του τι συμβαίνει στο μουσικό οικοδόμημα, κάποιοι το κάνουν ακόμα, ανήκουστο. Ακούνε, εξετάζουνε, μελετάνε και τελικά κρίνουν και βάζουν κι ένα νούμερο από δίπλα. Τους συμπαθώ αυτούς λίγο περισσότερο από την υπόλοιπη ανθρωπότητα, αλήθεια. Και τους ζηλεύω λίγο, γι' αυτό και ακολουθεί η λίστα παρακάτω, μετά τις απολογίες.
Τα γράφω και τα ξαναγράφω, δεν είναι ότι έχω σταματήσει να έχω τον νου μου, μήπως και σκάσει κάτι που θα στείλει τα μυαλά μου στο μίξερ, σίγουρα υπάρχουν ένα - δύο που θα το κάνουν κάθε χρόνο, ξέρεις, που θα μείνουν. Απλά σε κάποια φάση θα πας και θα σκαλίσεις κάτι από το παρελθόν και θα σε ρουφήξει τελείως και θα αρχίσεις να αναθεωρείς για το ποια είναι τα γούστα σου τελικά. 

Είχα κατέβει Εξάρχεια, για παράδειγμα. Σάββατο βράδυ ήταν, είχε καλό καιρό και περπατούσα στα μαγαζιά. Σε αρκετά από αυτά, στα έξω τραπεζάκια, κάτι νεαρά είχαν κρεμάσει κιθάρες και μπουζούκια και παίζανε σμυρνέικα και ρεμπέτικα και τέτοια. Κοντοστάθηκα, άκουσα, προχώρησα. Μιλάμε για τρία τουλάχιστον. Περνάω μετά έξω από ένα κλαμποειδές, πορτιέρης στην είσοδο, από μέσα νομίζω ακουγόταν οι Talking Heads. Ε, δεδομένου του μπακράουντ, λιγότερο "εξαρχειώτικος" μου φάνηκε αυτός ο συνδυασμός εικόνας - ήχου, από τους ρεμπέτες του ντουνιά. Ο κόσμος αλλάζει όπως θέλουν οι νεότεροι, κατά πως φαίνεται και, στο μουσικό της υποθέσεως, πάει προς τα πίσω. Δεν με χαλάει.

Μέσα σε όλο αυτό τον χαμό μου τα σκάνε περισσότερο ηλεκτρικά ήχοι από μπεντίρ, ούτι, νέι, ταμπουρά, από κιθάρες που αλυχτάνε απειλώντας το ηλιοβασίλεμα, βαράνε στομάχι οι μπασάρες της reggae από τα '70s, περισσότερο από wire related μεταλλάδες (καλά, αυτοί νομίζω ποτέ δεν μου είχαν κάνει και πολλά). Εντάξει, punk, hardcore και τα σχετικά παραμένουν σταθερές αξίες, κι ας μου φαίνονται μεγαλύτεροι σε ηλικία (ναι, και από εμένα) πλέον οι 20τοσάχρονοι που εμμένουν σε αυτή τη σκηνή.

Τέλος πάντων, αναγνωρίζω ότι δεν είναι τρελά diverse η λίστα, εντούτοις ας δούμε τι έδωσε το 2022:

  1. Ho99o9 - Skin: Εκτιμώ ότι δεν χρειάζονται συστάσεις, αν κάποιος για κάποιο περίεργο λόγο συνεχίζει να μπαίνει εδώ μέσα, διάβαζε το προηγούμενο, αγοράζει το Lung ή έχει πετύχει τα παραληρήματά μου σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης κλπ., γιατί για μπύρα έξω λίγο δύσκολο, ε, εντάξει, ξέρει.
  2. Gaika - War Island: Ίδια φάση με το από πάνω. Δυσκολεύτηκα για ποιο θα κοσμεί την πρώτη θέση, αποτελούν αμφότερα πρότζεκτς τρελά κολλήματά μου. Σκεφτείτε το σαν διπλό Νο 1.
  3. Otoboke Beaver - Super Champon: Η τρίτη αρρώστια. Μάλλον έπρεπε να βάλω και το Live των The Armed και να κλείσω. Αυτά είναι τα καινούρια, παιδάκια, αυτά παρακολουθώ μετά μανίας, γεια σας. Αλλά όχι, πρέπει να καταχωρήσω κι άλλα κι άλλα κι άλλα.
  4. Drug Church - Hygiene: Ο Patrick Kindlon παραμένει ένας από τους μεγάλους ποιητές της γενιάς του, αλλά και από τους πιο ιδιαίτερους συγγραφείς στον χώρο των comics. Εδώ μου φαίνεται ότι έχει δουλέψει και τα της ερμηνείας του.
  5. Nurse of War - Ανάστασις Νεκρών: Ακόμα δεν; Πάτε καλά μωρέ; Εδώ λέμε.
  6. Al-Qasar - Who are we?: Τσέκαρα λόγω συμμετοχής Lee Ranaldo (όπου παίζει Sonic Youth πατάμε play, όλοι το ξέρουν, όλοι το κάνουν αυτό) αρχικά και μετά κόλλησα. Έχω σκαλώσει με το ούτι κιόλας κάμποσο καιρό, είδα ότι διασκευάζουν και το Barra Barra, τα λάιβ τους είναι συπέρμπ και είναι αβαντίλες, δεν έχουν την κιτσαρία από κάτι πολυδιαφημισθέντες με σαρίκια εντώ στο κχώρα μας
  7. Wet Leg - Wet Leg: Σε ένα δίκαιο κόσμο θα ήταν δίσκος της χρονιάς παντού. Αδιανόητο ότι το indie έχει ακόμα ενδιαφέρον και πράγματα να δώσει.
  8. Ken Mode - Null: Σ' αυτούς πάντα με ξενέρωναν τα φωνητικά για κάποιο λόγο. Κακά τα ψέματα, στο genre που με πίστη υπηρετούν ανέκαθεν τα λαρύγγια ήταν δευτερεύουσας σημασίας. Εδώ κάπως το έδεσαν το όλο πολύ καλά, με αποτέλεσμα να ακούγεται μόνο πάθος.
  9. City of Caterpillar - Mystic Sisters: Καλύτερο από τα παλιά τους, η ωριμότητα τους πάει
  10. Suede - Autofiction: Άρχισα να τον ακούω για πλάκα και μετά τη δέκατη φορά δεν ήταν πια αστείο. Δίσκος αντάξιος των πρώτων της "δεύτερης" περιόδου.
  11. Single Mothers - Everything you need: Μου αρέσουν γενικά ετούτοι, όχι όμως αρκετά ώστε να κάτσω να αφιερωθώ. Εκεί που ακούς μια χαρά πράγματα, σου πετάνε σούπερ κλισαρισμένες αλλαγές (κι εδώ υπάρχουν, εσάς λέω O-Zone, Baby Bird), τους φέρνει σβούρες όμως η ερμηνεία του τραγουδιστή. Ειλικρινής, κι αυτό αρκεί. Το δε Anytime, Anything είναι να βολτάρεις γύρω από τις λαμαρίνες της Πλατείας Εξαρχείων και να σε πνίγει η ματαιότητα.
  12. The Snuts - Burn the Empire: Είχα γράψει στο άλλο το μπλογκ, το καλό, μετέφερα το άρθρο αφού απόθανε, για το neo-grebo (δικό μου sub-genre, την κατανόησή σας) που παίζει στας Αγγλίας. Από τη μία έχεις τα χαμένα σπερματοζωάρια του Mark E. Smith, από την άλλη (σε μικρότερο, πολύ πολύ μικρότερο μέγεθος) ετούτους. Οι Snuts, λοιπόν, εντάσσονται στο ρεύμα και μου αρέσουν πολύ.
  13. Puce Mary - You must have been dreaming: To witchy number 13, δεν απογοητεύει ποτέ.
  14. Jon Spencer & the HITMakers - Spencer gets it lit: Δεν θα τον ξεπεράσω ποτέ ετούτον. Ούτε τα '90s κατά πως φαίνεται. Ανεξάρτητα όμως, το έργο είναι ο τίτλος του, ξεκάθαρα.
  15. Bad Breeding - Human Capital: Representing Punk as Fuck-ness επάξια
Δεν είναι μόνο αυτά. Δεν πρόλαβα να ακούσω καινούρια Green Pajamas, Fire! with Stephen O' Malley, Mark Stewart, να μελετήσω επαρκώς το νέο πόνημα των Soulside, το live των The Armed δεν μου κόλλαγε κι ας το έλιωσα. Δεν ξέρω που πάει ο χρόνος, αλήθεια. 


18/9/22

Εγώ κρασί δεν έπινα


Τον τελευταίο καιρό κατεγράφη το πρώτο μου burnout σε σχέση με τα καινούρια μουσικά. Αν, αγαπητέ αναγνώστη, που έβαλες κάποτε αυτό το μπλογκ στα feeds σου και ξέχασες να το αφαιρέσεις όταν τελείωσε, άρα ξαναπέφτεις πάνω του θες δε θες, αν, ξαναλέω, τυγχάνεις άνω των σαράντα, είναι πολύ πιθανό να έχεις βιώσει το ίδιο. Έλα, το ξέρεις το συναίσθημα, βλέπεις ότι βγαίνει κάτι, διαβάζεις περιγραφή και ναι, είσαι σχεδόν βέβαιος ότι θα σε ικανοποιήσει, αφού τοποθετείται σε ένα genre που έχεις λιώσει να ακολουθείς. Κατεβάζεις (σιγά μην αγοράσεις), ακούς και πάντα, μα πάντα, κάτι λείπει. Τα μπάσα είναι σωστά, ο ρυθμός τέλειος, οι κιθάρες (πόσο μα πόσο έχουν πεθάνει αυτές όμως) παντοδύναμες, αλλά μπα. Δεν. Δεν είναι, ρε παιδί μου. Στη μία εξαίρεση της χρονιάς κάνεις πάρτι και καθαιρείς από το βάθρο το μέχρι πρότινος Νούμερο Ούνο όλων των εποχών ξέρω 'γω.

Παρόλα αυτά το αίτημα για το fix εμμένει, η απαίτηση να είσαι εκεί όταν σκάσει το καινούριο, το διαφορετικό. Για ένα διάστημα μπορεί να χωθείς σε άλλες μορφές έκφρασης, εικαστικά, λογοτεχνία, όλα αυτά, πόσες εκθέσεις όμως να γυρίσεις, πόσες σελίδες να καταβροχθίσεις; Κακά τα ψέματα, αυτό που σου δίνει η μουσική, δύσκολα το βρίσκεις αλλού.

Κοιτάς τα live, στην post-COVID (γελάστε ελεύθερα) πραγματικότητα όμως, οι επιλογές των διοργανωτών περιορίζονται στα ασφαλή, ένα Viagra Boys δεν φέρνει την άνοιξη. Γυρνάς τις καταλήψεις, τα free events που σκάνε οπουδήποτε, το hip hop a.k.a. τσάμπα ψυχανάλυση έχει χωθεί τόσο πολύ σε όλα, που ακόμα κι αυτά τα καταντάει μια μάλλον βαρετή διαδικασία. Για ένα δε, είχα τραβηχτεί Πειραιά, έφαγα στη μάπα τρεις ώρες ραπάδες και ραπούδες που όταν βγήκαν τρία τυπάκια που έπαιζαν Oi Punk, αισθάνθηκα λες και έβαλα τα αυτιά μου μέσα σε πλυντήριο αυτοκινήτων για βιολογικό καθάρισμα. Δεν γίνεται έτσι δουλειά όμως.

Στις διακοπές μου σε νησί του Αιγαίου αποφάσισα να πάω σε όλα όσα γινόταν. Άκουσα από ρεμπέτικα, ηπειρώτικα, παραδοσιακά και λοιπά, μέχρι κλασσική μουσική. Τραγούδια που ήξερα και δεν ήξερα. Παιγμένα από ραστομαλλούδικα και σκουλαρικιασμένα τυπάκια, τις περισσότερες φορές χωρίς μικρόφωνα, γούσταραν βαθιά αυτό που έκαναν, μου έκανε εντύπωση. Είχανε βάλει τη δική τους προσέγγιση στην εκάστοτε σύνθεση. 

Επιστροφή στην Αθήνα, ανελέητο σκρολλάρισμα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και να σου ένα δριμύτατο κατηγορώ προς όλους αυτούς, πως οι γλεντζέδες (όχι οι της κλασσικής) καπέλωσαν τους αγώνες της Αριστεράς και του Αναρχισμού, λες και στις συλλογικές κουζίνες έπρεπε να παίζει μόνο harsh noise για να επιτυγχάνεται το επιθυμητό "επίπεδο" και το reaching out στις ντόπιες κενωνίες. Δηλαδή αν ακούσει θλιβερό μετά-πανκ, το ΧΨ γειτονάκι θα παρατήσει ό,τι κάνει και θα φέρει τη σαλάτα του να τη μοιραστεί με τους παρευρισκόμενους και στηρίζοντες τον αυτοδιαχειριζόμενο χώρο της περιοχής. Ας σοβαρευτούμε λίγο οι ελιτιστές των χώρων και των τεχνών, κακό δεν θα μας κάνει.

Πίσω στα αυτοαναφορικά όμως. Δεδομένου ότι από τα ευρωπαϊκά και τα αμερικάνικα δεν μου έβγαινε η παραμικρή ικανοποίηση από τα σημερινά, έπιασα τον εαυτό μου να αναζητά το weirdness σε συνθέσεις ενός αιώνα πριν, παιγμένες από μουσικούς του σήμερα. Δεν το έβρισκα πάντα, εντούτοις όποτε το πετύχαινα, το απολάμβανα αρκετά. Δεν μιλάω για καταστάσεις τύπου Villagers of Ioannina City, τα παιδιά ορθώς πράττουν αυτό που υποστηρίζουν, έχει την πλάκα του, θα τους το δώσω αυτό, αλλά δεν γεμίζει το κενό. Εντούτοις, κάτι ούτια, κάτι λύρες, κάτι ταμπουράδες, με τις περίεργες κλίμακές τους, είχαν καλύτερα αποτελέσματα. Βάλε σε όλο αυτό ότι οι περισσότεροι εξ' αυτών δισκογραφικά δεν υπάρχουν, το εγχείρημα εν τέλει έχει ένα αρκετά γοητευτικό εφήμερο, ένα τώρα είναι, αν το προλάβεις έχει καλώς. Θα το δεις στο youtube, σε μια ομάδα στο facebook, θα είναι ένα βίντεο τραβηγμένο από μη επαγγελματία, ένα mp3 ανεβασμένο με χαμηλή ανάλυση. Κι εσύ θα πρέπει να δουλέψεις αυτάκι και να σκαλίσεις, και να εντοπίσεις το αξιόλογο.

Συνοψίζοντας, σκαλίζοντας τη φάση, αντιλαμβάνεσαι ότι υφίσταται δίπλα σου ένα αρκετά προσβάσιμο underground, το οποίο ουδόλως το ενδιαφέρει αν το γουστάρεις ή όχι. How punk is that? Νομίζω πολύ.     


8/1/22

Utopia Avenue

Δεν ξέρω πόσα βιβλία έχω διαβάσει για μπάντες, μουσικούς, ρεύματα, σκηνές. Δεν είναι πολλά πάντως, αλλά ούτε και λίγα. Ο πειρασμός να τοποθετηθεί μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο μία φανταστική ομάδα ατόμων που θα συγχρωτίζεται με ό,τι συμβαίνει τη δεδομένη στιγμή, ήταν - και είναι - μεγάλος. Ο David Mitchell στο Utopia Avenue προσπαθεί να κάνει ακριβώς αυτό, εφευρίσκει κάποιες προσωπικότητες και τις βάζει να συναναστραφούν υπαρκτές, με πηγές από διηγήσεις άλλων, βίντεο στο youtube κ.α. 

Να ξεκαθαρίσω εδώ ότι το βιβλίο μου άρεσε (οφείλεται αρκετά και στην πολύ καλή μετάφραση της Μαρίας Ξυλούρη), ήταν σε αρκετές στιγμές διασκεδαστικό, οι χαρακτήρες, αν και μερικές φορές στερεοτυπικοί, κολλούσαν με την εποχή τους, κάποιες φορές ενδιαφέροντες, άλλες βαρετοί. Το θέμα όμως είναι το πείραμα.

Έχοντας δουλέψει με κάμποσες μπάντες, ο Mitchell δεν με έπεισε ότι γνωρίζει πως ακριβώς λειτουργεί η διαδικασία της σύνθεσης, εντούτοις δεν μπορώ να αποκλείσω ότι κάπου στον πλανήτη, κάποιοι δημιουργούν με παρόμοιο τρόπο. Ούτε ότι αποκλείεται μια εμφανώς prefabricated μπάντα να φτιάξει ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των μελών που την απαρτίζουν. Πάντως συμπεριφορές εμμονικές, όπως π.χ. η επιμονή να κυκλοφορήσει το τραγούδι του ενός ή του άλλου, το ζάρι να παίρνει αποφάσεις, εντάξει, προμηνύουν ότι ένα οποιοδήποτε σύνολο, δε θα έχει διάρκεια.

Η πρώτη πραγματική ξενέρα όμως, μου έσκασε όταν κάποιο από τα μέλη της πετάει στο κοινό μια ατάκα. Την είχα εντοπίσει σε βίντεο του Bowie, όπου διηγείται την πρώτη του εμπειρία με τους Stones. Βρίσκεται εύκολα, δε θέλω να βάλω λινκ. Να δανειστείς κάτι τόσο δυνατό, αστείο, ίσως γελοίο, αλλά απόλυτα ταιριαστό με το πνεύμα της εποχής του και να το χαρίσεις σε ένα στην καλύτερη ανεμικό χαρακτήρα, ε, μου φάνηκε κάπως.  

Τα πλάσματα της φαντασίας συνεχίζουν να μπλέκονται με τους πραγματικούς μύθους, οι δεύτεροι όμως, οι υπαρκτοί, από ένα σημείο και μετά αποτελούν μόνο πτυχές των προσωπικοτήτων τους, της πραγματικότητάς τους. Σαν παράταιρα πιόνια σε μια σκακιέρα, αδύνατο να επηρεάσουν την τελική έκβαση, η δε τελευταία τυγχάνει αρκετά συγκινητική. 

Συνοψίζοντας, το όλο μοιάζει σαν μια ευκαιρία, όχι χαμένη στο σύνολό της, αλλά που είχε τόσα περισσότερα να δώσει σε ουσιαστικό επίπεδο. Ίσως η μελέτη μερικών βιογραφιών, που να 'χουν συντάξει μουσικοί όμως, να βοηθούσε.

31/12/21

Everybody Knows that I am Great


Ο τίτλος έχει σαν σκοπό να παραπέμψει σε κομμάτι από τον σούπερ τέλειο φετινό δίσκο των The Armed, δεν είναι ομολογία υπεροχής ή δεν ξέρω 'γω τι. Προς αποφυγή παρεξηγήσεων αυτό. Τέλος πάντων. Φτάσαμε κακήν κακώς στο τέλος και αυτής της απαράδεκτης χρονιάς, ελπίζοντας απλά να τη βγάλουμε την επόμενη. Τραγικό; Σαφώς. Εντελώς ψυχαναγκαστικά, λοιπόν, οι καλύτεροι δίσκοι, με πλήρη επίγνωση του αντίκτυπου που μπορεί να έχει η ακόλουθη δήλωση και με (σχολαστικά πλυμένο) χέρι στην καρδιγιά, έχουν ως εξής:

  1. The Armed: Ultrapop
  2. Ho99o9: Territory - Turf Talk Vol. 1
  3. Tyler the Creator: Call Me If You Get Lost