Το Pitchfork κλείνει. Ο κύκλος του, βέβαια, έχει κλείσει κάποια χρόνια τώρα, πλην όμως στην περίοδο 2006 - 2010, 2011, κάπου εκεί, υπήρξε ο απόλυτος άρχοντας των σκοτεινών δυνάμεων σε ό,τι αφορούσε στη ανάπτυξη απόψεων επί της μουσικής παραγωγής παγκοσμίως. Παγκοσμίως; Όχι, αυτό δεν είναι αλήθεια. Κυρίως Αμέρικα κάλυπτε και λίγο Γιου Κέη. Το δεύτερο είχε επαναπαυθεί στις δάφνες στα κεφάλια των ηρώων του, που στόλιζαν ακόμα τα εξώφυλλα της NME. Όχι, γυαλιστεροί ποπ σταρζ δεν ήταν η φάση, κούρασαν, οι Άγγλοι όμως δεν το είχαν καταλάβει. Οι Beatles δεν μέτραγαν πια, έπρεπε πάσει θυσία να αναγνωριστούν τα εγγόνια των Beach Boys, αυτά είχαν κάτι να πούνε και ακόμα μας λένε άπειρα χρόνια μετά.
Τί είχες δηλαδή; "Καθαρά" ακούσματα, με τις ταμπέλες τους, τα κουτάκια τους και τα όλα τους, τα έτρωγε το μαύρο σκοτάδι. Οι εκπρόσωποι του καινούριου δανειζόταν από παντού, πέταγαν τα παραδοσιακά όργανα, αγκάλιαζαν την τεχνολογία, αλλά όχι κομπιούτερζ, πιο αναλογικά πράγματα. Πιο ακριβά, πιο γνήσια. Ολόκληρες σκηνές θάφτηκαν σταδιακά, ενώ εκθειάστηκαν δίσκοι με μηδαμινό αντίκτυπο στο διηνεκές (έλα, Solange, διαβάζεις;). Παράλληλα, ο τρόπος γραφής υπήρξε η απόλυτη εντολή για τη στέψη πολλών δεκάδων επίδοξων μουσικοκριτικών. "Αφού έχουμε εμείς άποψη, το ίδιο μπορείτε κι εσείς". Do it yourself, στο χαμηλότερο των επιπέδων. Αυτό της μη-δημιουργίας, αλλά της κριτικής του ό,τι τολμούσε να βγει.
Ξαφνικά, δεν χρειαζόσουν ένα γαμάτο φωτοτυπημένο, καυλωμένο έντυπο, είχες ένα ασύλληπτα βαρετό οπτικά μέσο με - φαινομενικά - πορωμένους μουσικόφιλους στα πληκτρολόγια (τελείως τσαμπέ, βέβαια), να σου λέει ότι η γαμάτη μουσική δεν βγαίνει πλέον από τύπους με ράστες, ταττού, piercings που κολυμπούσαν σε σπασμένα γυαλιά στη σκηνή, όχι, αν ήθελες πραγματικά να σπάσεις τα νεύρα των δικών σου, άκου εδώ, οι τύποι που το έβγαλαν είναι σαν και 'σένα. Ναι, ναι, είναι σίγουρο ότι γονείς τρόμαζαν ειλικρινά όποτε έπιαναν το σπλάχνο τους να τα σπάει υπό τους ήχους των Animal Collective.
Πλέον αυτών, το αντεργκράου χιπχόπ, με τα ψόφια beats και τις μέτριες παραγωγές εκθειάστηκε όσο κανένα είδος. Γενικά, η μετριότητα είχε την τιμητική της. Το έσωζαν, βέβαια, κάτι μονάδες σε Greta Van Fleet και λοιπά εμέσματα, αλλά τόσοι λίγοι κούκοι ουδέποτε έφεραν την άνοιξη.
Ναι, δεν ήταν καλό το Pitchfork. Ναι, ήταν εξαιρετικά σημαντικό σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση του επικρατούντος "ήχου" σήμερα. Ναι, έφερε μια διόλου ανάξια λόγου επανάσταση στο πως αντιλαμβανόμαστε την υψηλή αισθητική. Ναι, έπεισε για το όποιο επίπεδο ζαχαρωμένων μπούρδων τύπου Ariel Pink. Ναι, έδειξε στους πάνκηδες ότι δεν θα χάλαγε κι ο κόσμος αν κούναγαν τις κωλάρες τους με ολίγο reggaeton.
Ήταν όμως σήμερα επαρκές; Άξιο λόγου και επισκέψεως; Με δεκάδες κλώνους εκεί έξω, αρκετά καλύτερους κιόλας (έλα, Quietus, διαβάζεις;), με ακροατές λόγω επικράτησης του streaming να επικεντρώνονται στο τραγούδι και όχι στο άλμπουμ, με καντάρια νοσταλγίας στα πρόθυμα ώτα των οιονδήποτε έσπευδαν να διαβάσουν για μουσική - συνεχίζοντας την ύπαρξη εντύπων τύπου Uncut με τρία (3) εξώφυλλα Rolling Stones ετησίως τουλάχιστον - το ισοζύγιο είναι μάλλον αρνητικό. Η νέα μουσική υπάρχει, είναι συναρπαστική, ακόμα πασχίζει να ξεχωρίσει, αλλά έχει βρει άλλες διόδους. Οι μπάντες πλέον δουλεύουν περισσότερο με το κοινό τους και λιγότερο με την αντιπροσώπευσή τους σε ανάλογες πλατφόρμες λόγου επί των έργων τους. Και καλά κάνουν, είναι σίγουρο ότι το διασκεδάζουν περισσότερο.
Ας χαιρετίσουμε, λοιπόν, το κάποτε λαοφιλές μέσο, γνωρίζοντάς του ότι μπορεί να μας άλλαξε τις ζωές, πλην όμως όχι προς το καλύτερο, και ας του ευχηθούμε τα όμοια στη νέα του αλλαγή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου